Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2012

Αφήγηση παραδοσιακών Ναξιακών Καλάντων Μανώλης Ζώρος

Η συγκίνηση ήταν διάχυτη και νοσταλγική… τελειώνοντας μου είπε να ψάξω να βρω μικρά κοτσάκια «τέτοια.. από δαύτα πο’ λεγαν στ’ Απεράθου… ψάξε να τα βρεις παιδί μου»
Ακολουθώντας τα λόγια του παππού, βρήκα από το περιοδικό Ναξιακά τα παρακάτω:
«Στ’ Απεράθου της Νάξου, οι παραμονές των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων δεν ξέφευγαν από ένα εθιμικό τυπικό -αμιγώς κοσμικό- που είχε ως στόχο την αλληλογνωριμία και τις στενές σχέσεις των μελών της απεραθίτικης κοινότητας αλλά και τη γενικότερη γνώση των κοινωνικών δεδομένων από τα μέλη της (Γιαννούλης 2009: 306): όλα τα απεραθιτόπουλα, παρέες παρέες, ότι άρχιζε να σκοτεινιάζει, έβγαιναν στις γειτονιές του χωριού για να πουν τα κάλαντα. Μόλις έφταναν στο κατώφλι του κάθε σπιτιού ρωτούσαν τον νοικοκύρη ή την νοικοκυρά “Είναι με το θέλημα;”, ζητώντας τους, ουσιαστικά, την άδεια για να ξεκινήσουν. Αν οι νοικοκυραίοι απαντούσαν θετικά, τότε τα παιδιά άρχιζαν να τραγουδούν τα γνωστά και πανελληνίως καθιερωμένα κάλαντα (“Χριστός γεννάται σήμερον…”, “Άης Βασίλης έρχεται…”, “Αρχιμηνιά και αρχιχρονιά…”), τα οποία όμως γρήγορα προσπερνούσαν, για να αρχίσουν να τραγουδούν, πάνω στον σκοπό των καλάντων, αυτοσχέδια δίστιχα, κυρίως παινέματα, που είχαν ταιριάξει μερικές μέρες νωρίτερα οι μητέρες των παιδιών, λαμβάνοντας βέβαια υπόψη τα σπίτια που θα επισκέπτονταν (Οικονομίδης 1991: 49· Ζευγώλης 2006: 58· Γιαννούλης 2009: 305-6). Εκτός από τα παιδιά, μετά το δείπνο, έβγαιναν και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, επίσης παρέες παρέες, με βιολιά και έλεγαν τα κάλαντα μέχρι το πρωί. Σε κάθε παρέα έπρεπε να υπάρχει ένα καλός στιχοπλόκος, ο οποίος θα αυτοσχεδίαζε τα δίστιχα που θα τραγουδιόνταν σε κάθε σπίτι. Συνήθως, όμως, ξεκινούσαν με το εξής δίστιχο (Ζευγώλης 2006: 58):».

- Αν είναι με το θέλημα και με τον ορισμό σας
Άης Βασίλης έρχεται νά ‘μπει στ’ αρχοντικό σας.
Χριστούεννα, πρωτόεννα, πρώτη ’ιορτή του χρόνου,
οπο’ ‘εννήθην ο Χριστός κι ήμαθε κι επορπάθειε,
κι ήβγηκε και χαιρέτηξεν όλοι τσοι ζευγολάτες:
– Καλώς τα κάνετε, ’ιωργοί, καλώς τα πολεμάτε.
Τα δέκα σας ναν’ εκατό, και τα ’κατό σας χίλια,
Και τ’ αποκοσκινίδια σας αμέτρητο λοάρι.
[Κάλαντα των Χριστουγέννων, όπως τα υπαγόρευσε στον Νίκο Σφυρόερα η Παρασκευή Γ. Ζαφείρη (Καναβιτσού), 85 χρονών, τον χειμώνα του 1937 στ' Απεράθου. Φαίνεται πως αποτελούν την παλαιά μορφή που είχαν τα κάλαντα, όπου επικρατούσε ο ανομοιοκατάληκτος δεκαπεντασύλλαβος στίχος.]
Συνεχίζοντας την έρευνα ανακάλυψα… ότι «Οι νοικοκύρηδες του σπιτιού, ακόμα κι αν κοιμόντουσαν, σηκώνονταν και συνήθως φίλευαν τους καλαντιστές ξερά σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, κυδώνια κ.λπ. (Γιαννούλης 2009: 305), ωστόσο στα νεότερα χρόνια αυτό το κέρασμα αντικαταστάθηκε από τα χρήματα, τα οποία αδημονούσαν να πιάσουν στα χέρια τους τα παιδιά και οι μεγάλοι και το εξέφραζαν, χωρίς ντροπή, και με έμμετρο τρόπο:» [Ναξιακά]
Σήκως απάνω κι άνοιξε λαλά μας Κατερίνα,
άνοιξε το μπουκάκι σου, δώσ’ μας την καλιστρίνα.
- Ακόμα δεν την ηύρηκες το μάνταλο ν’ ανοίξεις,
να μας εδώσεις τα λεφτά κι απέκιο να σφαλήξεις;
Η παρέα των καλαντιστών, φεύγοντας, συνέχιζε τα αυτοσχέδια δίστιχα, με τα οποία καληνυχτούσε τους νοικοκύρηδες:
- Καληνυχτώ τα μέγαρα, καληνυχτώ τα πάντα
καλήωρος ο Μήτσος σου κι ώσπου να ‘ρθεί κα’ιάντα.
Αν τυχόν κάποιος δεν τους άνοιγε, οι καλαντιστάδες έλεγαν πειραχτικά τραγούδια (Ζευγώλης 2006: 59):
- Να σου ξυδιάσει το κρασί και να ‘ενεί τραπέτι,
και να το χύσεις να διαβεί κάτω στου Πολυκρέτη.
[Πειραχτικό δίστιχο που ειπώθηκε σε Απεραθίτη που είχε πολλά πιθάρια με κρασί, αλλά προφανώς αρνήθηκε να ανοίξει την πόρτα του σπιτιού του στους καλαντιστάδες...]
Πέρα όμως από τα κάλαντα που τραγουδούσαν τις παραμονές των γιορτών, οι Απεραθίτες συνήθισαν να γράφουν κάλαντα σε κάρτες και φωτογραφίες, τις οποίες έστελναν στους οικείους τους που βρίσκονταν στην ξενιτιά.
Άρθρο της:
Κατερίνα Μπαλαγούρα
Πηγή: Περιοδικό my naxos

Δεν υπάρχουν σχόλια: